Είναι οι «Αρκουδιάρηδες» ντυμένοι με προβιές αιγοπροβάτων, με μαύρα πρόσωπα και κουδούνια, δεμένοι με σκοινιά και αλυσίδες, που χορεύουν έναν αλλόκοτο χορό τρομάζοντας τους μικρούς «Ζορό» και τις «Πριγκίπισσες της νύχτας». Σύντομα θα αποκτήσεις κι εσύ ένα μουτζουρωμένο πρόσωπο – στο πνεύμα της ημέρας, και με τη βοήθεια της ρακής θα διεκδικήσεις το μερίδιο σου στον διονυσιασμό.
Γιατί η παραδοσιακή Καθαρή Δευτέρα στην Κρήτη δεν είχε μόνο λαγάνες και χαρταετό στην εξοχή. Είχε ασυδοσία, ανατροπή, σόκιν αστεία, τρομακτικές υπερφυσικές φιγούρες, ζωόμορφες μεταμφιέσεις, αλλόκοτα σκηνικά, γάμους, κηδείες και… καμήλες. Μια καλή γεύση καθαροδευτεριάτικου σουρεαλισμού θα πάρεις εδώ στην Γέργερη, στους ανατολικούς πρόποδες του Ψηλορείτη. Όλα έχουν τις ρίζες τους στα παγανιστικά έθιμα της αρχαιότητας: το μούζωμα – που ούτε εσύ φιλήσυχε επισκέπτη δεν θα γλιτώσεις – άλλοτε γινόταν από την κάπνα των τσικαλιών των σπιτιών, και ιστορικά πάει πολύ πίσω, στις διονυσιακές ιερουργίες. Οι τρομακτικές ζωόμορφες φιγούρες έχουν επίσης ρίζες στην αρχαιότητα, και ο εικονικός γάμος που θα παρακολουθήσεις λίγο αργότερα παραπέμπει στα αρχαία Ανθεστήρια.
Κι ενώ απολαμβάνεις τα δωρεάν νηστίσιμα, τη ρακή και το κρασί (προσφορά του τοπικού Συλλόγου), μπροστά στα έκπληκτα μάτια σου περνά μια καμήλα με κρανίο γαϊδάρου και ανθρώπινα πόδια, αγροτικές αναπαραστάσεις, ένας πεθαμένος που τον κλαίνε με σόκιν μοιρολόγια και τον ανασταίνουν με ρακή, ένας παπάς δαιμονισμένος κι έτοιμος για όλα, κι ένας γάμος στον οποίο ήρθες ακάλεστος – αλλά αυτό παραδόξως είναι το μόνο φυσιολογικό στην όλη υπόθεση. Η μεγαλόσωμη νύφη παίρνει στα χέρια τον γαμπρό, ο παπάς ευλογεί με δικά του ακατάλληλα δια ανηλίκους λόγια και από το λυράρη του γλεντιού ακούγεται το «Σήμερα γάμος γίνεται».
Όσο για τον πεθαμένο της Γέργερης, κείτεται κάτω από πρασινάδες και αποκριάτικες κορδέλες σε αυτοσχέδιο φέρετρο κι η χήρα του τον κλαίει γοερά – ειδικά αφού το φέρετρο δεν κλείνει γιατί το εμποδίζει το... «επίμαχο σημείο». Όλα αυτά τα μιμοδράματα – παρωδίες έχουν σκοπό να ανατρέψουν την «κανονικότητα» και την καθημερινότητα της τοπικής κοινωνίας και προέρχονται από την ανάγκη των προπαππούδων μας να σατιρίσουν, να αναποδογυρίσουν τη φυσική τάξη και να ασκήσουν κοινωνική κριτική σε ένα πλαίσιο που όλα επιτρέπονται.
Καθώς μουτζουρώνεσαι, πίνεις ρακή και χορεύεις με τους Αρκουδιάρηδες στην πλατεία του χωριού νιώθεις και τα δικά σου αστικά αντανακλαστικά να σε εγκαταλείπουν. Διάλειμμα στα καφενεία του χωριού για ανεφοδιασμό με νηστίσιμα, χοχλιούς και λουμπούνια, και πάλι πίσω στην πλατεία για χορό κουδουνάτο και έκσταση παγανιστική. Τώρα ξέρεις από πού προέρχεται το «Τσι μεγάλες Αποκρές, κουζουλαίνονται κι οι γρες. Και μαζί μ’αυτές κι οι γέροι και θυμούνται τα παλιά, που πετούσανε αξέγνιοι στον αέρα σαν πουλιά». Ή ακόμα καλύτερα, το άλλο, κρητικό «καθαρογλωσσίδι»:
«Τις Μεγάλες Αποκρές στέκουν οι ψ**** ορθές και την Καθαρά Δευτέρα παίρνουν τα μ***** αέρα».
Μην σοκάρεσαι, σοφία των παππούδων μας.