Πύργοι και ενετικά αρχοντικά σε ένα χωριό που κουβαλάει αιώνες ιστορίας.
Από την στρατηγική του ημιορεινή θέση που εποπτεύει από ψηλά όλη την περιοχή μέχρι την θάλασσα, και το κρητικό πέλαγος, με τα φρουριακού τύπου κτίρια του να μοιάζουν ετοιμοπόλεμα ακόμα και τόσους αιώνες μετά. Πύργοι, «φάμπρικες», στέρνες, πορτάρες, φιδωτά δρομάκια, καμινάδες, αψίδες και θυρώματα, πετρόχτιστες πόρτες. Όλα όσα θα ανακαλύψεις περπατώντας στα καλντερίμια του Μαρουλά. Ενώ παράλληλα η φαντασία σου θα οργιάζει. Σκέφτεσαι πυργοδέσποινες κι ανεκπλήρωτους έρωτες, δράκους και λευκά άτια. Η πραγματικότητα δεν απέχει και πολύ – αν βέβαια εξαιρέσουμε τους… δράκους.
Η ιστορία του ξεκινάει πιθανότατα από την μινωική εποχή. Αν και τα ίχνη του μινωικού οικισμού που βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή έχουν χαθεί, απόδειξη ότι οι μινωίτες «πέρασαν» από εδώ είναι το μινωικό νεκροταφείο με τους λαξευτούς τάφους που βρίσκεται μόλις 700 μ. δυτικά του χωριού. Το σίγουρο είναι ότι στο σημείο αυτό υπήρχε οικισμός ήδη πριν την περίοδο της Βενετοκρατίας και συγκεκριμένα από την Β’Βυζαντινή περίοδο και μετά. Με τους Βενετούς «ήρθαν» οι πύργοι, τα μέγαρα, οι στρατώνες, τα παρατηρητήρια αλλά και τα ελαιοτριβεία – φάμπρικες. Οι οθωμανοί έφεραν ανατολίτικο χρώμα στις αρχιτεκτονικές τους παρεμβάσεις και φυσικά όλα αυτά παντρεύτηκαν με τα στοιχεία της κρητικής παράδοσης.
Ο Μεγάλος Πύργος
Στέκει επιβλητικός και αναστηλωμένος και είναι αναμφισβήτητα το σήμα κατατεθέν του χωριού. Πρόκειται για τον έναν από τους τρεις πύργους που υπήρχαν στον Μαρουλά – ο ένας, μάλλον βυζαντινής προέλευσης, έχει πια καταστραφεί, κι ο άλλος που είναι επίσης βενετσιάνικος βρίσκεται στον δρόμο προς τη Βρύση. Έχει ύψος 14 μέτρα, και διαθέτει τρεις ορόφους. Το μαγικό όμως είναι ότι έχει οπτική επαφή με την Φορτέτσα του Ρεθύμνου και κάπως έτσι εξασφαλιζόταν η «επικοινωνία» μεταξύ τους (με φωτιές και καπνούς). Χτίστηκε κάπου μεταξύ 15ου και 16ου αιώνα, χρησίμευσε ως παρατηρητήριο για το κρητικό πέλαγος και πιθανότατα ως κατοικία κάποιου ευγενή Βενετού, αλλά είχε και οχυρωματικό – αμυντικό ρόλο: ακόμα και σήμερα βλέπεις την καταχύστρα (ή ζεματίστρα) το άνοιγμα δηλαδή από όπου οι αμυνόμενοι έριχναν καυτό λάδι ή πίσσα στους επιτιθέμενους. Επί τουρκοκρατίας χρησιμοποιήθηκε για στρατιωτικούς λόγους αλλά και ως ορμητήριο για λεηλασίες. Η ιστορία του Πύργου βέβαια δεν τελειώνει εκεί, αφού κατοικήθηκε από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας για να εγκαταλειφθεί τελικά μετά τον Β’ΠΠ. Αυτό που βλέπεις εσύ σήμερα είναι αποτέλεσμα της ανακαίνισης που έγινε από τον Δήμο Ρεθύμνου στα μέσα της δεκαετίας του ’90.
Περιπλανώμενος στα καλντερίμια, σκέφτεσαι πυργοδέσποινες κι ανεκπλήρωτους έρωτες, δράκους και λευκά άτια. Η πραγματικότητα δεν απέχει και πολύ – αν βέβαια εξαιρέσουμε τους... δράκους
Στρατώνες, Μετόχι, Βρύση
Κι ενώ τον Πύργο είναι λίγο δύσκολο να τον… χάσεις, για τα υπόλοιπα σημαντικά αξιοθέατα του οικισμού καλύτερα να ρωτήσεις κάποιον ντόπιο για να στα υποδείξει. Αναζήτησε τους «Στρατώνες» που πιθανότατα χρησιμοποιήθηκαν ως κατάλυμα για τους φρουρούς και τους επιστάτες των κτημάτων των πλούσιων ευγενών του Μαρουλά, ντόπιων ή Βενετών. Δυτικά του οικισμού, μετά από λίγα μόλις μέτρα θα συναντήσεις και ένα παράξενο συγκρότημα κτιρίων, το «Μετόχι» με την χαρακτηριστική «Πορτάρα» και ευδιάκριτα τα στοιχεία του αναγεννησιακού ρυθμού, αλλά και της μουσουλμανικής τεχνοτροπίας. Οικοδομήθηκε σε διάφορες φάσεις, ενώ μέρος του γκρεμίστηκε μετά από τον βομβαρδισμό των γερμανικών αεροπλάνων τον Μάιο του ’41. Ακόμα και σήμερα μπορείς να θαυμάσεις τις χαρακτηριστικές καμάρες (θόλατα) ή και να παρατηρήσεις τα υπολείμματα του τούρκικου χαμάμ. Η βόλτα σου επιβάλλεται βέβαια να περάσει κι από την «Βρύση», την φυσική πηγή του Μαρουλά που σε συνδυασμό με τις πολυάριθμες στέρνες (που μάζευαν το βρόχινο νερό) που βλέπει κανείς ακόμα και σήμερα στο χωριό, φρόντιζαν για την ύδρευση του. Η Βρύση πήρε τη μορφή που βλέπεις σήμερα την εποχή της Βενετοκρατίας. Το νερό δεν είναι πόσιμο πια αλλά αξίζει να ξεκουραστείς για λίγο στη σκιά του πλατάνου.
Κι αφού επιστρέφεις στην πλατεία του χωριού, μετά από μία μίνι ξενάγηση σε αιώνες ιστορίας και πολιτισμικά παντρεμάτα, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να καθίσεις στην ταβέρνα για ένα αναψυκτικό ή για φαγητό και να ρωτήσεις περισσότερα για τις ιστορίες των ανθρώπων που έζησαν εδώ. Τα κτίρια που άφησαν πίσω δεν είναι παρά μόνο τα σημάδια του περάσματος τους. Ιστορίες για ενετούς άρχοντες, για τούρκους κατακτητές, για τουρκοκρητικούς που ξεριζώθηκαν με την ανταλλαγή πληθυσμών μετά τον μικρασιατικό πόλεμο. Και ενόσω ακούς τις ιστορίες από τους ντόπιους, θα χαζεύεις την θέα στο κρητικό πέλαγος και στα πέτρινα κτίσματα του Μαρουλά. Κι η φαντασία σου συνεχίζει να οργιάζει...