Η «Ιστορία μιας Κάρας» είναι ένα κουκλοθέατρο για μεγάλους, με κούκλες σουρεαλιστικές, φτιαγμένες από «τυχαία υλικά» και το γλαφυρό κείμενο του Λασκαράτου γραμμένο σε μια δική του γλώσσα: λίγο καθαρεύουσα, λίγο δημοτική, λίγο «επτανησιακή».
Ο Κώστας Ζαϊμάκης αφηγείται με αυτή την ιδιότυπη γλώσσα του Λασκαράτου την τραγελαφική, βλάσφημη, ανατρεπτική ιστορία μιας «κάρας», μιας νεκροκεφαλής δηλαδή, μέσα από κούκλες παράταιρες, αστείες και σουρεαλιστικές, σε μια παράσταση με πρωτότυπα και γεμάτα συμβολισμούς σκηνικά, με προσεγμένους φωτισμούς και βεβαίως, πρωτότυπη μουσική επένδυση από τον Ισίδωρο Παπαδάκη. Σε αυτή την παράσταση ο Κώστας συνεργάστηκε με μια σπουδαία καλλιτέχνη από την Ολλανδία, τη Damiet Van Dalsum (την οποία είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε όσοι βρεθήκαμε στην παράσταση τις πρώτες δύο μέρες). Η Damiet που με το μαγικό ραβδάκι της μεταμορφώνει ευτελή υλικά σε πραγματικά έργα τέχνης, ήρθε κι έδεσε κυριολεκτικά με το φανταστικό σύμπαν του Ζαϊμάκη και το τολμηρό εγχείρημα της μεταφοράς του συγκεκριμένου διηγήματος στο κουκλοθέατρο. Τα υπόλοιπα μας τα διηγείται ο ίδιος ο Κώστας:
Πώς προέκυψε η συνεργασία με την Damiet η οποία, από ότι καταλαβαίνω, είναι ένας «ζωντανός θρύλος» του κουκλοθέατρου παγκοσμίως;
Τη Damiet τη γνώρισα δύο χρόνια πριν, στο Διεθνές Φεστιβάλ Κουκλοθέατρου και Παντομίμας στο Κιλκίς. Ήταν εισηγήτρια σε ένα Masterclass εργαστήριο με τον τίτλο «Η οικονομία της κίνησης».
Από την πρώτη στιγμή μαγεύτηκα από την αμεσότητα της και από την βαθιά της αντιληπτική ικανότητα. Η φυσική της παρουσία, η οξυδέρκεια και οι κατάλληλες παρεμβάσεις και παρατηρήσεις της βοήθησαν όχι μόνο εμένα, αλλά και όλους τους άλλους συμμετέχοντες πιστεύω, να δημιουργήσουμε μέσα σε ελάχιστο χρόνο μικρές παραστάσεις – σπουδές υψηλής αισθητικής αξίας. Όταν πια τελείωσε το φεστιβάλ ήμουν βαθιά επηρεασμένος από αυτή την εμπειρία και είχα αρχίσει να αισθάνομαι το κουκλοθέατρο με έναν διαφορετικό τρόπο. Τον Οκτώβρη συναντηθήκαμε ξανά στο Κιλκίς. Της ζήτησα να δουλέψουμε μαζί και εκείνη δέχτηκε. Ήταν εντελώς τρελό από μέρους της να συνεργαστεί μαζί μου. Το μόνο που μπορούσε να μας ενώσει ήταν η αγάπη για το κουκλοθέατρο και ένας ιδιαίτερος κώδικας επικοινωνίας που αναπτύξαμε ήδη από τα πρώτα λεπτά τις γνωριμίας μας. Όταν της έστειλα το κείμενο του Λασκαράτου ενθουσιάστηκε και έπιασε ευθύς δουλειά. Οι δυσκολίες που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε ήταν πάρα πολλές. Τίποτα όμως δεν κατάφερε να εμποδίσει το δημιουργικό μας οίστρο. Όταν πια ήρθε στην Κρήτη να δουλέψουμε, συνειδητοποίησα ποια πραγματικά ήταν. Δεν είχα ενδιαφερθεί καθόλου να μάθω για το παρελθόν της, ούτε το βιογραφικό της είχα φροντίσει να διαβάσω. Γιατί οι τίτλοι δεν σημαίνουν τίποτα για μένα. Αρκέστηκα στο καθαρό διαπεραστικό της βλέμμα, στην ειλικρίνεια, στην αγνότητα και στην ευγένεια της. Νομίζω ότι όσοι την γνώρισαν αυτές τις μέρες από κοντά έχουν κάτι ανάλογο να προσθέσουν. Ήταν μεγάλη τιμή για εμένα να έρθει η Damiet να δουλέψει μαζί μου, άλλα θεωρώ ότι είναι τιμή και για την πόλη, στο σύνολο της, η παρουσία της. Η σύντομη παραμονή της Damiet στο νησί άφησε χαραγμένο το σημάδι της στο ταλαιπωρημένο μας καλλιτεχνικό σώμα.
Έχει ξανα-μεταφερθεί το συγκεκριμένο έργο σε παράσταση κουκλοθέατρου;
Όχι. ”Η ιστορία μιας Κάρας” είναι ένα διήγημα του Λσκαράτου που γράφτηκε περίπου στα 1850 και δεν είναι ένα θεατρικό κείμενο. Η ιδέα να διασκευαστεί για το κουκλοθέατρο ανήκει στον αδελφικό μου φίλο Άρη Αναγνωστόπουλο. Αυτός μου έφερε το κείμενο να το διαβάσω. Με την πρώτη ανάγνωση εκτός από το γέλιο που μου προκάλεσε, συνειδητοποίησα ότι είναι ένα καταπληκτικό κείμενο που οπωσδήποτε πρέπει να μεταφερθεί στην σκηνή. Έχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια από τότε. Οι κουβέντες μας για την στάση της κοινωνίας απέναντι στο ζήτημα του Θανάτου δεν τελείωσαν. Θα έλεγα ότι μάλλον εντατικοποιήθηκαν καθώς περνούσαν τα χρόνια. Όχι ποσοτικά, αλλά ποιοτικά. Η συμπεριφορές των ανθρώπων, οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις μοιάζουν αναλλοίωτες και η ανησυχία μας για την πολιτική πραγματικότητα στην χώρα μας, μας ταλαιπωρεί ακόμα.
Γιατί επέλεξες αυτό το κείμενο του Λασκαράτου; Τι ήταν αυτό που σε έκανε να το φανταστείς παιγμένο στο κουκλοθέατρο;
Γνωρίζω πολύ καλά πως στη θέση αυτής της Κάρας θα βρεθούμε μια μέρα όλοι μας. Μοιάζουμε όλοι με άδεια κρανία έτοιμα να γεμίσουν με κάθε λογής σοφίσματα και ιδεολογήματα. Ένα νεκρό κρανίο που μιλά αποδεικνύει πως και τα αντικείμενα μιλάνε. Η ιστορία μοιάζει να είναι γραμμένη για παράσταση κουκλοθέατρου. Η πίστη στο άψυχο που συνεχίζει να ζει μετά θάνατον και επηρεάζει τα ανθρώπινα, φαίνεται να αποτελεί το τελευταίο ανάχωμα του συγγραφέα απέναντι στην απόγνωση που θα δημιουργούσε η συνειδητοποίηση πως τίποτα απ’ όσα συμβαίνουν στον κόσμο τούτο, ή ακόμα και στον άλλο κόσμο, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα πέρα από αυτό που του δίνουμε εμείς οι ίδιοι.
Τις κούκλες και τα σκηνικά της παράστασης τις έφτιαξες εσύ μαζί με τη Damiet;
Αν ήθελα να μην γίνω κουραστικός θα απαντούσα ναι. Μοιάζει απλή η ερώτηση σας αλλά η απάντηση που θα δώσω είναι μάλλον σύνθετη. Η Damiet έχει μια περίεργη σχέση με τα υλικά (όπως και εγώ, αλλά θα ήταν καλύτερο να αποφύγω την σύγκριση). «Άκου το υλικό», έλεγε και ξανάλεγε. Τα υλικά και τα αντικείμενα για εμάς τους κουκλοπαίχτες έχουν τον δικό τους χαρακτήρα. Η υφή, η φόρμα, το μέγεθος, το χρώμα έχουν τα δικά τους αυτόνομα σημάδια ύπαρξης που απλά οφείλουμε να ακολουθήσουμε. Η αναζήτηση του κατάλληλου υλικού για κάθε κούκλα της παράστασης δεν είναι μια απλή υπόθεση. Εγώ, εδώ και πάρα πολλά χρόνια συλλέγω σκουπίδια. Αυτά που για τους άλλους θα μπορούσε να είναι άχρηστα, για μένα αποδεικνύονται πολύτιμα. Ξέρω ότι ίσως σας ακούγετε αστείο, αλλά το να ξέρεις να ψάχνεις στα σκουπίδια είναι μια σοβαρή ενασχόληση που απαιτεί συγκέντρωση και σεβασμό. Τουλάχιστον όμως, για ένα είμαι βέβαιος. Αν έρθετε στο εργαστήριο μου, δεν θα πιστεύετε ότι είναι φτιαγμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα σκουπίδια. Φώτα, σκηνή, πλακάκια, χωρίσματα, χρώματα, πόρτες, μουσικά όργανα, υφάσματα, όλα από τα σκουπίδια. Φυσικά είναι όλα καθαρά και περιποιημένα. Τα σκηνικά της παράστασης και αυτά τα βρήκα στα σκουπίδια. Η Damiet όταν πρωτοήρθε δεν πίστευε στα μάτια της. Είχα ότι μου ζητούσε. Δεν αγοράσαμε σχεδόν τίποτα. Ήταν μια μαγική διαδικασία το να φτιάχνεις κούκλες μαζί με τη Damiet. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον καιρό που δούλεψα μαζί της. Ελπίζω σύντομα να ξαναδουλέψουμε μαζί. Κάτι έχουμε συζητήσει να βάλουμε μπρος αλλά πρώτα έχουμε να ξεπεράσουμε τις πρακτικές δυσκολίες.
Πόσο σε δυσκόλεψε η ιδιότυπη γλώσσα του κειμένου στην αποστήθιση του;
Δεν με δυσκόλεψε καθόλου . Είχα αρκετό χρόνο ώστε να μελετήσω το κείμενο και να το αποστηθίσω. Αυτό όμως που πραγματικά μου φάνηκε ως αξεπέραστα δύσκολο είναι η εκφορά του λόγου. Τα επτανησιακά ιδιώματα που περισσεύουν στο κείμενο του Λασκαράτου απαιτούν ένα ιδιαίτερο χειρισμό του λόγου που είναι αρκετά δύσκολος για τις δυνατότητες μου.
Μετά τις παραστάσεις στο Ηράκλειο, τι ακολουθεί; Περιοδεία στην Ελλάδα; Επίσης κάπου διάβασα ότι μεταφράστηκε το κείμενο και στα αγγλικά. Άρα ετοιμάζεσαι για εξωτερικό;
Στις 17 Μαΐου θα παίξω την Ιστορία μιας Κάρας στην Τελετή έναρξης του Φεστιβάλ στο Κιλκίς. Είναι μεγάλη τιμή για μένα. Το φεστιβάλ του Κιλκίς είναι από τα πιο ωραία φεστιβάλ της Ευρώπης. Καταλαβαίνετε το άγχος μου; Όλοι έχουν μεγάλες προσδοκίες από την συνεργασία μου με την Damiet και εγώ προσπαθώ να δώσω περισσότερα από τις πραγματικές δυνατότητες μου. Στην συνέχεια θα ήθελα να παίξω στο εξωτερικό στην αγγλική γλώσσα, αλλά να για πω την αλήθεια είναι ακόμα πολύ νωρίς. Τα αγγλικά μου δεν είναι τέλεια και μιλάμε για ένα πολύ απαιτητικό κείμενο. Ίσως από το φθινόπωρο να είμαι σε θέση να το κάνω. Προς το παρόν όμως έχω κάποιες προγραμματισμένες παραστάσεις στο εξωτερικό με την προηγούμενη μου δουλειά, τον «Ερωτόκριτο» σε κουκλοθεατρική διασκευή.
Πώς και γιατί επέλεξες αντί εισιτηρίου να βάλεις "ελεύθερη συνεισφορά"; Μια τέτοια παράσταση με πρωτότυπα σκηνικά, κατασκευές, ήχο, φωτισμούς, δεν είναι σχετικά ακριβή;
Ναι, είναι ιδιαίτερα ακριβή παραγωγή για τις δυνατότητες μου. Αν θα ήθελα να ήμουν ρεαλιστής τότε θα απευθυνόμουν μόνο στην ελίτ αυτής της πόλης. Δεν είμαι όμως από ότι φαίνεται. Θέλω να πάρω αυτό το ρίσκο ώστε να μπορέσουν να δουν την δουλειά μου όσοι περισσότεροι γίνεται. Δεν θέλω να αποκλείσω κανέναν. Το αντίθετο μάλιστα. Θα ήθελα τόσο πολύ να έρθει όλη μου η γειτονιά. Το εργαστήριο μου βρίσκεται στις Μεσαμπελιές, εδώ όπου μεγάλωσα. Μια φτωχή και λαϊκή συνοικία. Από την μια μεριά συναντάς πρόσφυγες της Μικρασίας και από την άλλη εσωτερικούς μετανάστες από την ενδοχώρα της Κρήτης. Το σχολείο μου δεν ήταν ουσιαστικά σχολείο, αλλά δωμάτια σε αυθαίρετα σπίτια. Για αυλή χρησιμοποιούσαμε μια παράπλευρη της εθνικής οδού. Όμως έμαθα να πιστεύω στους ανθρώπους και αυτό το οφείλω πρωτίστως στην οικογένεια μου. Έχω εμπιστοσύνη στους συνανθρώπους μου και ξέρω ότι θα εκτιμήσουν την προσπάθεια μου. Ο κάθε ένας ας συνεισφέρει σύμφωνα με τις δυνατότητες του. Δυστυχώς στο Ηράκλειο αρχίζει να δημιουργείται αυτό που μου φαινόταν αδιανόητο όταν επισκέφτηκα τη Λατινική Αμερική. Από την μια μεριά βλέπεις ανθρώπους να οδηγούν αυτοκίνητα αξίας άνω των 50.000 ευρώ και από την άλλη βλέπεις παιδιά να βγαίνουν Σαββατόβραδο σε κάποιο μπαρ με μια μπύρα στο χέρι να την πίνουν σιγά σιγά για να μην τελειώσει. Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω έτσι δεν είναι;
Ποια είναι η αγαπημένη σου ατάκα από το έργο;
Χα, χα, χα! Όλο το έργο μου φαίνεται μαγικό. Σε κάθε λέξη βρίσκω μιαν άλλη προτίμηση και δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω μια φράση. Για να σας απαντήσω όμως, θα διάλεγα μια φράση που είναι αρκετά διαφωτιστική σε σχέση με το τι πραγματεύεται το έργο:
«Οι φαντασίες μπαίνουν εύκολα μέσα στα κούφια κρανία, γιατί στην είσοδο δεν είν΄νους θυρωρός και μέσα βρίσκουν ευρυχωρία»